ιερακομορφος

ιερακομορφος
    ἱερακόμορφος
    ἱερᾱκό-μορφος
    2
    ястребообразный, имеющий образ ястреба
    

(θεοί, sc. τῶν Αἰγυπτίων Sext.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "ιερακομορφος" в других словарях:

  • ιερακόμορφος — η, ο (Α ἱερακόμορφος, ον) νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ιερακόμορφα τάξη πτηνών στην οποία περιλαμβάνονται οι αετοί, τα γεράκια, οι γύπες, οι κόνδορες και άλλα παρόμοια πουλιά, τα οποία μαζί με τα γλαυκόμορφα συγκροτούν την ομάδα τών… …   Dictionary of Greek

  • ἱερακόμορφον — ἱερακόμορφος hawk shaped masc/fem acc sg ἱερακόμορφος hawk shaped neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱερακομόρφους — ἱερακόμορφος hawk shaped masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιέραξ — Γένος αρπακτικών πουλιών, της οικογένειας των ιερακιδών, γνωστό κυρίως με το όνομα γεράκι (βλ. λ.). * * * ὁ (ΑΜ ἱέραξ, ακος, Α ιων. και επικ. τ. ἴρηξ, δωρ. τ. ἱάραξ) το πτηνό γεράκι («ἴρηξ ὠκύπτερος», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. είδος ψαριού 2. ονομασία… …   Dictionary of Greek

  • μορφή — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 860 μ., 97 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βοΐου, του νομού Κοζάνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τσοτιλίου. * * * η (ΑΜ μορφή, Α δωρ. τ. μορφά) 1. το πρόσωπο τού ανθρώπου, θωριά, παρουσιαστικό (α. «όποια η μορφή τέτοια και η… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»